Εδαφικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εδαφικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
territorial, territoriais, território, do território
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εδαφικός
εδαφικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εδαφικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εγωιστής στα πορτογαλικά - egoísta, egoist, egoista, egotista
- εγωκεντρικός στα πορτογαλικά - inútil, fútil, estéril, aspirador, vaidoso, vão, frívolo, ...
- εδραίος στα πορτογαλικά - firmar, firme, forte, rijo, constante, firma, consistente, ...
- εδραίωση στα πορτογαλικά - consolidação, de consolidação, a consolidação, consolidação de, consolidação da
Τυχαίες λέξεις
Εδαφικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: territorial, territoriais, território, do território
Μεταφράσεις: territorial, territoriais, território, do território