Θνησιμότητα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θνησιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mortalidade, de mortalidade, a mortalidade, da mortalidade, mortalidade por
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θνησιμότητα
θνησιμότητα ελλάδα, θνησιμότητα λεξικο, θνησιμότητα ορισμός, θνησιμότητα συνώνυμα, θνησιμότητα θνητότητα, θνησιμότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θνησιμότητα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θλιβερά στα πορτογαλικά - tristemente, lamentavelmente, deploravelmente, woefully, terrivelmente, tristeza
- θλιβερός στα πορτογαλικά - funesto, maligno, drear, sombrio, lúgubre
- θνητός στα πορτογαλικά - indivíduo, sujeito, pessoa, personagem, mortal, mortais
- θολωμένος στα πορτογαλικά - diluído, escuro, ofuscar, obtuso, turva, desfocada, borrada, ...
Τυχαίες λέξεις
Θνησιμότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mortalidade, de mortalidade, a mortalidade, da mortalidade, mortalidade por
Μεταφράσεις: mortalidade, de mortalidade, a mortalidade, da mortalidade, mortalidade por