Θολώνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θολώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nuvens, nuvem, turvar, roil, perturbar, perturbar os, turvando
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θολώνω
θολώνω τα νερά, θολώνω συνώνυμο, θολώνω συνώνυμα, θολώνω αγγλικα, θολώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θολώνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θολωμένος στα πορτογαλικά - diluído, escuro, ofuscar, obtuso, turva, desfocada, borrada, ...
- θολός στα πορτογαλικά - escuro, obtuso, diluído, ofuscar, splashy, o splashy, espalhafatoso, ...
- θορυβώδης στα πορτογαλικά - barulhentamente, barulhento, ruidoso, noisy, barulhenta, ruidosa
- θράσος στα πορτογαλικά - bochecha, audácia, mordente, face, descaramento, desaforo, desfaçatez, ...
Τυχαίες λέξεις
Θολώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: nuvens, nuvem, turvar, roil, perturbar, perturbar os, turvando
Μεταφράσεις: nuvens, nuvem, turvar, roil, perturbar, perturbar os, turvando