Ικανά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ικανά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
habilmente, capaz, capazes, capacidade, susceptível, susceptíveis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικανά
ικανά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ικανά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ιθαγενής στα πορτογαλικά - nacionalizar, aborígene, indígena, autóctone, nativo, indígenas, indígeno, ...
- ιθύνω στα πορτογαλικά - princípio, preceito, estragar, governar, régua, ruína, reger, ...
- ικανοποίηση στα πορτογαλικά - satisfação, prazer, satélite, satisfação do, a satisfação, de satisfação, satisfação dos
- ικανοποιημένο στα πορτογαλικά - satisfeito, poder, satisfazer, contente, contentar, satisfeitos, satisfeita, ...
Τυχαίες λέξεις
Ικανά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: habilmente, capaz, capazes, capacidade, susceptível, susceptíveis
Μεταφράσεις: habilmente, capaz, capazes, capacidade, susceptível, susceptíveis