Καταδίκη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καταδίκη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sentença, frase, sentenciar, convicção, oração, sensibilizar, amaldiçoar, proposição, condenação, convicção de, a convicção
Καταδίκη στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταδίκη

καταδίκη μελισσανίδη, καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως αρμοδιότητα, καταδίκη εφοριακών, καταδίκη τουρκίας, καταδίκη χαλυβουργών, καταδίκη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καταδίκη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καταγωγή στα πορτογαλικά - extracção, descer, vir, descida, baixar, desça, origem, ...
  • καταγώγιο στα πορτογαλικά - divã, ninho, mergulho, desmoralizar, mergulhar, antro, covil, ...
  • καταδίωξη στα πορτογαλικά - perseguir, perseguição, acossar, seguir, chase, caça, perseguição de, ...
  • καταδαπανώ στα πορτογαλικά - fingir, dilapidar, desvanecer, dissimular, barulho, katadapano
Τυχαίες λέξεις
Καταδίκη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sentença, frase, sentenciar, convicção, oração, sensibilizar, amaldiçoar, proposição, condenação, convicção de, a convicção