Amaldiçoar στα ελληνικά
Μετάφραση: amaldiçoar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόταση, καταριέμαι, καταδίκη, καταδικάζω, κατάρα, πληγή, κατάρας, την κατάρα, μάστιγα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amadurecer στα ελληνικά - ανατέλλω, ορθώνομαι, αύξηση, αυξάνομαι, ώριμος, ώριμη, ώριμο, ...
- amainar στα ελληνικά - μάθημα, μειώνω, ελαττώνω, μικραίνω, υποχωρώ, ακυρώνω, κοπάζω
- amamentar στα ελληνικά - θηλάζω, θηλάζουν, θηλάσουν, θηλάσει, θηλάσετε, θηλάζει
- amanhar στα ελληνικά - μεγαλώνω, αυξάνομαι
Τυχαίες λέξεις
Amaldiçoar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόταση, καταριέμαι, καταδίκη, καταδικάζω, κατάρα, πληγή, κατάρας, την κατάρα, μάστιγα
Μεταφράσεις: πρόταση, καταριέμαι, καταδίκη, καταδικάζω, κατάρα, πληγή, κατάρας, την κατάρα, μάστιγα