Κρατημένος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κρατημένος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
realizada, Held, Mantidos, Realizado, Detidos
Κρατημένος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρατημένος

γιώργος κρατημένος, κρατημένος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κρατημένος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κρατίδιο στα πορτογαλικά - estabelecer, estado, exprimir, terra, país, terreno, terrestre, ...
  • κραταιός στα πορτογαλικά - poderoso, poderosa, poderosos, forte, poderosas
  • κρατώ στα πορτογαλικά - sustentar, alar, guardar, reservar, prisão, ter, observar, ...
  • κραυγάζω στα πορτογαλικά - grito, gritar, riscar, bradar, exclamar, exclamam, exclamava, ...
Τυχαίες λέξεις
Κρατημένος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: realizada, Held, Mantidos, Realizado, Detidos