Κρεοπώλης στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κρεοπώλης, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
massacrar, açougueiro, carniceiro, Butcher, açougue, talho
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρεοπώλης
52χρονος κρεοπώλης, κρεοπώλης ζητείται, κρεοπώλης σκότωσε, κρεοπώλης ονειροκρίτης, κρεοπώλης στην γερμανια, κρεοπώλης λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κρεοπώλης στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κρεμμύδι στα πορτογαλικά - cebola, planto, pesado, de cebola, onion, a cebola, da cebola
- κρεμώ στα πορτογαλικά - pendurar, suspeitar, suspeito, suspender, enforcar, declive, jeito, ...
- κρεπ στα πορτογαλικά - crepe, renda, de crepe, crepe de, crepom
- κρησαρίζω στα πορτογαλικά - filtro, filmar, filtrar, película, filtros, krisarizo
Τυχαίες λέξεις
Κρεοπώλης στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: massacrar, açougueiro, carniceiro, Butcher, açougue, talho
Μεταφράσεις: massacrar, açougueiro, carniceiro, Butcher, açougue, talho