Νόμιμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: νόμιμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
legalmente, juridicamente, legal, jurídica, lei
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόμιμα
νόμιμα ιδιαίτερα μαθήματα, νόμιμα τα αυθαίρετα επί αιγιαλού και παραλίας, νόμιμα γραφεία ευρέσεως εργασίας, νόμιμα ναρκωτικά, νόμιμα τα αυθαίρετα με αντιπαροχή, νόμιμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νόμιμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- νόημα στα πορτογαλικά - sentido, sensação, apalpar, ta tear, significado, significa, significando, ...
- νόμιζα στα πορτογαλικά - embora, pensamento, parecer, opinião, pensado, pensou, pensei, ...
- νόμιμος στα πορτογαλικά - legal, jurídica, jurídico, colectiva, legais
- νόμισμα στα πορτογαλικά - moeda, de moeda, moeda corrente, currency, moeda de
Τυχαίες λέξεις
Νόμιμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: legalmente, juridicamente, legal, jurídica, lei
Μεταφράσεις: legalmente, juridicamente, legal, jurídica, lei