Νόμιμα στα σουηδικά
Μετάφραση: νόμιμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lagligt, juridiskt, lagligen, rättsligt, lag
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόμιμα
νόμιμα ιδιαίτερα μαθήματα, νόμιμα τα αυθαίρετα επί αιγιαλού και παραλίας, νόμιμα γραφεία ευρέσεως εργασίας, νόμιμα ναρκωτικά, νόμιμα τα αυθαίρετα με αντιπαροχή, νόμιμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, νόμιμα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- νόημα στα σουηδικά - bemärkelse, känsla, mening, sinne, betydelse, betyder, menande, ...
- νόμιζα στα σουηδικά - idé, tanke, tänkte, trodde, tyckte, trodde att, tänkt
- νόμιμος στα σουηδικά - laglig, rättmätig, legitim, juridisk, lagliga, juridiska, rättsliga
- νόμισμα στα σουηδικά - valuta, valutan
Τυχαίες λέξεις
Νόμιμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lagligt, juridiskt, lagligen, rättsligt, lag
Μεταφράσεις: lagligt, juridiskt, lagligen, rättsligt, lag