Οπισθογράφηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: οπισθογράφηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
endossado, endosso, aprovação, apoio, aval, menção
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οπισθογράφηση
οπισθογράφηση τραπεζικής επιταγής, οπισθογράφηση επιταγής σε τράπεζα, οπισθογράφηση λόγω πληρεξουσιότητας, οπισθογράφηση συναλλαγματικής με αίρεση, οπισθογράφηση δίγραμμης επιταγής, οπισθογράφηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οπισθογράφηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- οπαδοί στα πορτογαλικά - seguidores, seguinte, os seguidores, adeptos, seguidores de, discípulos
- οπαδός στα πορτογαλικά - discípulo, abanar, adepto, partidário, famoso, ventilador, seguidor, ...
- οπισθογραφώ στα πορτογαλικά - endossar, endosse, infinita, indorse, sancionar
- οπισθοδρομώ στα πορτογαλικά - retraçar, recuo, remontar, retroceder, retrogress, retrocederão, degenerar, ...
Τυχαίες λέξεις
Οπισθογράφηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: endossado, endosso, aprovação, apoio, aval, menção
Μεταφράσεις: endossado, endosso, aprovação, apoio, aval, menção