Παραχώρηση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: παραχώρηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
concessão, de concessão, concessão de, concessões, da concessão
Παραχώρηση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραχώρηση

παραχώρηση επαγγελματικής στέγης, παραχώρηση κατοικίας, παραχώρηση χρήσης, παραχώρηση αιγιαλού 2014, παραχώρηση ενοικίων στην εφορία, παραχώρηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παραχώρηση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • παραχαϊδεύω στα πορτογαλικά - arruinar, partir, viciar, estragar, quebrar, abrir, espoliar, ...
  • παραχωρώ στα πορτογαλικά - admitir, conceder, concessão, conceda, concederá, conceder a
  • παρείσακτος στα πορτογαλικά - intruso, invasor, intrusos, intrusão, intruder
  • παρεκκλήσι στα πορτογαλικά - capela, Chapel, capela de, capela do
Τυχαίες λέξεις
Παραχώρηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: concessão, de concessão, concessão de, concessões, da concessão