Πελέκι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πελέκι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
machado, picador, picador de, chipper, estilhaçadora, raspadora
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πελέκι
πελέκι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πελέκι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πειστικός στα πορτογαλικά - convincente, convincentes, convencer, convincente de, convincentes de
- πελάτης στα πορτογαλικά - habitual, freguês, cliente, clientes, ao cliente, do cliente, de clientes
- πελαργός στα πορτογαλικά - cegonha, loja, armazenar, Stork, da cegonha, cegonha de, de cegonha
- πελατεία στα πορτογαλικά - clientela, clientes, clientela de, a clientela
Τυχαίες λέξεις
Πελέκι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: machado, picador, picador de, chipper, estilhaçadora, raspadora
Μεταφράσεις: machado, picador, picador de, chipper, estilhaçadora, raspadora