Πελέκι στα ολλανδικά

Μετάφραση: πελέκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hakbijl, bijl, chipper, versnipperaar, hakselaar, Hakselaars, Hakmachine
Πελέκι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πελέκι

πελέκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πελέκι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πειστικός στα ολλανδικά - afdoend, overtuigend, overtuigende, overtuigen, overtuigender, overtuigt
  • πελάτης στα ολλανδικά - klant, cliënt, koper, afnemer, klanten, de klant, klantenservice
  • πελαργός στα ολλανδικά - ooievaar, Stork, van Stork, ooievaars, ooievaar van
  • πελατεία στα ολλανδικά - cliënteel, klandizie, klantenkring, klanten, clientèle
Τυχαίες λέξεις
Πελέκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hakbijl, bijl, chipper, versnipperaar, hakselaar, Hakselaars, Hakmachine