Πιστός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πιστός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fé, leal, fiel, rebaixar, baixar, crente, cristão, crentes, believer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστός
πιστός για ένα χρόνο, πιστός στα αγγλικά, πιστόσ εν χριστώ βασιλεύσ, πιστός 788, πιστός αγγλικά, πιστός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πιστός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πιστόλι στα πορτογαλικά - gengiva, colar, espingarda, pistola, revólver, metralhadora, canhão, ...
- πιστόνι στα πορτογαλικά - pistão, pistola, êmbolo, de pistão, do pistão, de êmbolo
- πιστότητα στα πορτογαλικά - fidelidade, a fidelidade, fidelidade de, de fidelidade, fidelity
- πιτζάμα στα πορτογαλικά - pijamas, pijama, pajamas, pyjamas, pijamas de
Τυχαίες λέξεις
Πιστός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fé, leal, fiel, rebaixar, baixar, crente, cristão, crentes, believer
Μεταφράσεις: fé, leal, fiel, rebaixar, baixar, crente, cristão, crentes, believer