Πιστός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πιστός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
верник, верникот, верниот, верува
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστός
πιστός για ένα χρόνο, πιστός στα αγγλικά, πιστόσ εν χριστώ βασιλεύσ, πιστός 788, πιστός αγγλικά, πιστός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πιστός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πιστόλι στα σλαβομακεδονικά - пиштол, пиштолот, пушка, пиштол за, оружје
- πιστόνι στα σλαβομακεδονικά - клипот, клипни, клип, клипен, со клип
- πιστότητα στα σλαβομακεδονικά - верност, верноста, веродостојност, во верноста, на верност
- πιτζάμα στα σλαβομακεδονικά - пижами, пижамите, во пижами, пижама, шалвари
Τυχαίες λέξεις
Πιστός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: верник, верникот, верниот, верува
Μεταφράσεις: верник, верникот, верниот, верува