Naturalmente στα ελληνικά
Μετάφραση: naturalmente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυσικά, πλεύση, πιάτο, φύση, φυσικώς, φυσικό, φυσιολογικά, φυσικό τρόπο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- natural στα ελληνικά - κανονικός, φυσιολογικός, φυσικός, φυσικό, φυσικών, φυσικά, φυσικού
- naturalizar στα ελληνικά - φυσικά, πολιτογραφώ, εγκλιματίζω, φυσικοποιούν, φυσικές τις, ως φυσικές
- natureza στα ελληνικά - ύπαρξη, φύση, υφήλιος, δημιουργία, κόσμος, χαρακτήρα, φύσης, ...
- navalha στα ελληνικά - ξυράφι, ξυριστική μηχανή, ξυραφιού, ξυριστικής μηχανής, ξυραφάκι
Τυχαίες λέξεις
Naturalmente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυσικά, πλεύση, πιάτο, φύση, φυσικώς, φυσικό, φυσιολογικά, φυσικό τρόπο
Μεταφράσεις: φυσικά, πλεύση, πιάτο, φύση, φυσικώς, φυσικό, φυσιολογικά, φυσικό τρόπο