Προκαταρκτικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: προκαταρκτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
preliminar, preconceito, prejudicial, prejudicial apresentado, preliminares, prévia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προκαταρκτικός
προκαταρκτικός προσδιορισμός περιβαλλοντικών απαιτήσεων, προκαταρκτικός συνώνυμα, προκαταρκτικόσ έλεγχοσ, προκαταρκτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προκαταρκτικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- προκαταβάλλω στα πορτογαλικά - avanço, avançar, andar, prokatavallo
- προκαταλαμβάνω στα πορτογαλικά - predispor, causar boa impressão em, inclinar
- προκατειλημμένος στα πορτογαλικά - invejoso, icterícia, ictérico, ictéricos, com icterícia
- προκηρύσσω στα πορτογαλικά - procissão, proclame, apregoar, proclamar, anunciar, proclamam, proclamamos, ...
Τυχαίες λέξεις
Προκαταρκτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: preliminar, preconceito, prejudicial, prejudicial apresentado, preliminares, prévia
Μεταφράσεις: preliminar, preconceito, prejudicial, prejudicial apresentado, preliminares, prévia