Προκαταρκτικός στα τσεχικά
Μετάφραση: προκαταρκτικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zahajovací, úvodní, předběžný, přípravný, předběžné, předběžná, předběžným, předběžně
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προκαταρκτικός
προκαταρκτικός προσδιορισμός περιβαλλοντικών απαιτήσεων, προκαταρκτικός συνώνυμα, προκαταρκτικόσ έλεγχοσ, προκαταρκτικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, προκαταρκτικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- προκαταβάλλω στα τσεχικά - předložit, posunout, uspíšit, rozvíjet, záloha, pokračovat, posun, ...
- προκαταλαμβάνω στα τσεχικά - anticipovat, předpovědět, předpovídat, předjímat, předejít, předvídat, čekat, ...
- προκατειλημμένος στα τσεχικά - tendenční, podjatý, znechucený, žloutenku, žloutenka, zatrpklý, žlutý
- προκηρύσσω στα τσεχικά - prohlásit, vyhlásit, rozhlásit, provolat, prozrazovat, hlásat, hlásají, ...
Τυχαίες λέξεις
Προκαταρκτικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zahajovací, úvodní, předběžný, přípravný, předběžné, předběžná, předběžným, předběžně
Μεταφράσεις: zahajovací, úvodní, předběžný, přípravný, předběžné, předběžná, předběžným, předběžně