Προκαταρκτικός στα τούρκικα
Μετάφραση: προκαταρκτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ön, ilk, geçici, hazırlık, başlangıç
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προκαταρκτικός
προκαταρκτικός προσδιορισμός περιβαλλοντικών απαιτήσεων, προκαταρκτικός συνώνυμα, προκαταρκτικόσ έλεγχοσ, προκαταρκτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, προκαταρκτικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- προκαταβάλλω στα τούρκικα - ilerletmek, ilerleme, prokatavallo
- προκαταλαμβάνω στα τούρκικα - beklemek, aklını çelmek, etkilemek, kafasına takılmak, aklını kurcalamak, cezbetmek
- προκατειλημμένος στα τούρκικα - sarılıklı, jaundiced, sarılık, sarılığı, önyargılı
- προκηρύσσω στα τούρκικα - duyurmak, ilan, ilân, müjdelemek, ilan etmek
Τυχαίες λέξεις
Προκαταρκτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ön, ilk, geçici, hazırlık, başlangıç
Μεταφράσεις: ön, ilk, geçici, hazırlık, başlangıç