Decidir στα ελληνικά
Μετάφραση: decidir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασίζω, προσδιορίζω, υπολογίζω, καθορίζω, απαρτίζεται, που αποτελείται, κατασκευασμένα, αποτελείται, αποτελούνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- decepcione στα ελληνικά - απογοήτευση, απογοητεύω, απογοητεύσει, απογοητεύσουμε, απογοητεύσω, απογοητεύσουν
- decida στα ελληνικά - αποφασίζω, να αποφασίσει, αποφασίζει, αποφασίσει, αποφασίζουν, αποφασίσουν
- decifrar στα ελληνικά - απόφαση, ξεχωρίζω, να συντάσσει, συντάσσει, κάνει έξω
- decifração στα ελληνικά - απόφαση, αποκρυπτογράφηση, αποκρυπτογράφησης, την αποκρυπτογράφηση, αποκρυπτογραφήσεως, η αποκρυπτογράφηση
Τυχαίες λέξεις
Decidir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασίζω, προσδιορίζω, υπολογίζω, καθορίζω, απαρτίζεται, που αποτελείται, κατασκευασμένα, αποτελείται, αποτελούνται
Μεταφράσεις: αποφασίζω, προσδιορίζω, υπολογίζω, καθορίζω, απαρτίζεται, που αποτελείται, κατασκευασμένα, αποτελείται, αποτελούνται