Προϊόν στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προϊόν, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pôr, produzir, produtos, engendrar, produto, mercadoria, do produto, de produtos, produtos da
Προϊόν στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προϊόν

προϊόν ποπ, προϊόν της χρονιάς 2014, προϊόν συνώνυμο, προϊόν υψηλής ανάμειξης, προϊόν 47la620s, προϊόν λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προϊόν στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προωθώ στα πορτογαλικά - prometer, promova, promover, impulsionar, propelir, propulsionar, impelir, ...
  • προϊστορικός στα πορτογαλικά - pré-histórico, pré histórico, pré
  • προϋποθέτω στα πορτογαλικά - premissa, premissa de, local, pressuposto
  • προϋπολογισμός στα πορτογαλικά - orçamento, orçamental, orçamento de, de orçamento, do orçamento
Τυχαίες λέξεις
Προϊόν στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pôr, produzir, produtos, engendrar, produto, mercadoria, do produto, de produtos, produtos da