Σταθερότητα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σταθερότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estabilidade, a estabilidade, estabilidade de, de estabilidade, da estabilidade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταθερότητα
σταθερότητα χαρακτήρα, σταθερότητα αγγλικά, σταθερότητα τιμών, σταθερότητα των τιμών, σταθερότητα φαρμακευτικών προϊόντων, σταθερότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σταθερότητα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σταθεροποιώ στα πορτογαλικά - estabilizar, estabilização, estabilizar a, estabilizar o, estabilizar os
- σταθερός στα πορτογαλικά - firmar, estável, estabilizar, firme, forte, firma, permanente, ...
- σταθμίζω στα πορτογαλικά - reflectir, lago, ponderar, lagoa, pesado, ponderada, ponderado, ...
- σταθμός στα πορτογαλικά - posto, estação, indicação, emprego, lugar, correio, ofício, ...
Τυχαίες λέξεις
Σταθερότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: estabilidade, a estabilidade, estabilidade de, de estabilidade, da estabilidade
Μεταφράσεις: estabilidade, a estabilidade, estabilidade de, de estabilidade, da estabilidade