Στολισμός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: στολισμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adorno, fita, decoração, tira, banda, faixa, adornment, ornamentação, adornos, ornamento
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στολισμός
στολισμός βάπτισης, στολισμός εκκλησίας για βάπτιση, στολισμός γάμου με λεβάντα, στολισμός κολυμπήθρας, στολισμός τραπεζιού, στολισμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στολισμός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- στολή στα πορτογαλικά - desenganche, farda, fardamento, desenganchar, uniforme, uniformes, uniforme de
- στολίζω στα πορτογαλικά - decorar, ornamentar, adornar, ornar, primp, de Primp, ataviar, ...
- στομάχι στα πορτογαλικά - estômago, atiçar, abdómen, barriga, ventre, de estômago, do estômago, ...
- στοργή στα πορτογαλικά - abalo, comoção, afecção, afeição, choque, afeto, carinho, ...
Τυχαίες λέξεις
Στολισμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: adorno, fita, decoração, tira, banda, faixa, adornment, ornamentação, adornos, ornamento
Μεταφράσεις: adorno, fita, decoração, tira, banda, faixa, adornment, ornamentação, adornos, ornamento