Συναίσθημα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συναίσθημα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
imergir, abalo, emoção, comoção, sentimento, sensação, sensação de, sentimentos, sentimento de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναίσθημα
συναίσθημα ετυμολογία, συναίσθημα ή λογική, συναίσθημα και αίσθημα, συναίσθημα χαράς, συναίσθημα ορισμός, συναίσθημα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συναίσθημα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συνήθως στα πορτογαλικά - urss, geralmente, usualmente, normalmente, geral, habitualmente
- συναίνεση στα πορτογαλικά - consentimento, autorização, o consentimento, aprovação, de consentimento
- συναγερμός στα πορτογαλικά - animado, alarmes, alarme, alarma, rebate, alarmar, vivo, ...
- συναγωγή στα πορτογαλικά - sinagoga, synagogue, sinagogas, sinagoga de
Τυχαίες λέξεις
Συναίσθημα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: imergir, abalo, emoção, comoção, sentimento, sensação, sensação de, sentimentos, sentimento de
Μεταφράσεις: imergir, abalo, emoção, comoção, sentimento, sensação, sensação de, sentimentos, sentimento de