Σύμβαση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σύμβαση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
convenções, convenção, contrato, contrato de, contratos, do contrato, contratual
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύμβαση
σύμβαση παροχής υπηρεσιών, σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού, σύμβαση εργασίας, σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, σύμβαση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σύμβαση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σύκα στα πορτογαλικά - figo, figura, figos, Figs, os figos, As Figs
- σύλληψη στα πορτογαλικά - captura, prisão, invenção, prender, deter, prendê, detenção
- σύμβολο στα πορτογαλικά - símbolo, figura, estampa, sílaba, gravura, vista, ícone, ...
- σύμβουλος στα πορτογαλικά - conselheiro, assessor, consultor, advisor, orientador
Τυχαίες λέξεις
Σύμβαση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: convenções, convenção, contrato, contrato de, contratos, do contrato, contratual
Μεταφράσεις: convenções, convenção, contrato, contrato de, contratos, do contrato, contratual