Τακτοποίηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τακτοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ajuste, disposição, arranjo, regularização, de regularização, a regularização, regularizações, regularização de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τακτοποίηση
τακτοποίηση οικοπέδων, τακτοποίηση αυθαιρέτου, τακτοποίηση αυθαιρέτων νόμος, τακτοποίηση καλωδίων, τακτοποίηση ημιυπαίθριων 2014, τακτοποίηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τακτοποίηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τακτικός στα πορτογαλικά - pesar, saudades, regulamentar, regular, regulares, normal, regularmente, ...
- τακτικότητα στα πορτογαλικά - regularidade, a regularidade, de regularidade, da regularidade, à regularidade
- τακτοποιώ στα πορτογαλικά - saudades, qualidade, espécie, maré, jaez, arrumado, arrumar, ...
- ταλέντο στα πορτογαλικά - talento, aptidão, talentos, de talentos, talent, o talento
Τυχαίες λέξεις
Τακτοποίηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ajuste, disposição, arranjo, regularização, de regularização, a regularização, regularizações, regularização de
Μεταφράσεις: ajuste, disposição, arranjo, regularização, de regularização, a regularização, regularizações, regularização de