Τακτοποίηση στα δανικά
Μετάφραση: τακτοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
indbo, organisering, legaliseringen, legalisering, regulering, berigtigelse, regularisering
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τακτοποίηση
τακτοποίηση οικοπέδων, τακτοποίηση αυθαιρέτου, τακτοποίηση αυθαιρέτων νόμος, τακτοποίηση καλωδίων, τακτοποίηση ημιυπαίθριων 2014, τακτοποίηση λεξικό γλώσσας δανικά, τακτοποίηση στα δανικά
Μεταφράσεις
- τακτικός στα δανικά - regelmæssig, fast, regulær, regelmæssige, regelmæssigt, almindelig, en regelmæssig
- τακτικότητα στα δανικά - regelmæssighed, formelle, formelt, formel, formelle rigtighed
- τακτοποιώ στα δανικά - ordne, art, slags, trim, trimme, beskære, skære, ...
- ταλέντο στα δανικά - talent, talenter, talent for, talentet
Τυχαίες λέξεις
Τακτοποίηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: indbo, organisering, legaliseringen, legalisering, regulering, berigtigelse, regularisering
Μεταφράσεις: indbo, organisering, legaliseringen, legalisering, regulering, berigtigelse, regularisering