Τεχνίτης στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τεχνίτης, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
artesão, artífice, artesãos, craftsman, artesanal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεχνίτης
τεχνίτης φυτικής παραγωγής, τεχνίτης και κατεργάρης, τεχνίτης μηχανικός εγκαταστάσεων, τεχνίτης μηχανικός αυτοκινήτων μοτοσυκλετών και μηχανών θαλάσσης, τεχνίτης ξυλουργικής & επιπλοποιίας, τεχνίτης λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τεχνίτης στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τεφροειδής στα πορτογαλικά - tefroeidis
- τεφρώδης στα πορτογαλικά - de cinza, cinzento, pálido, ashy, cinza
- τεχνητός στα πορτογαλικά - artificial, afectado, artificiais
- τεχνικά στα πορτογαλικά - técnico, técnica, técnicos, técnicas
Τυχαίες λέξεις
Τεχνίτης στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: artesão, artífice, artesãos, craftsman, artesanal
Μεταφράσεις: artesão, artífice, artesãos, craftsman, artesanal