Φινέτσα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: φινέτσα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sutileza, delicadeza, finesse, fineza, requinte
Φινέτσα στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φινέτσα

φινέτσα συνώνυμο, ιταλική φινέτσα, γαλλική φινέτσα, φινέτσα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, φινέτσα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • φιμώνω στα πορτογαλικά - amordaçar, gadanhe, piada, mordaça, focinho, focinheira, açaime, ...
  • φινάλε στα πορτογαλικά - fim, final, extremidade, efeito, end
  • φιντάνι στα πορτογαλικά - plântula, mudas, plântulas, seedling, de plântulas
  • φιτίλι στα πορτογαλικά - pavio, fusível, mecha, rapé, snuff, tabaco, de rapé, ...
Τυχαίες λέξεις
Φινέτσα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sutileza, delicadeza, finesse, fineza, requinte