Ψυχρός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ψυχρός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
reformar, frio, remoto, relançar, distante, friorento, esfriar, chilly, fria
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψυχρός
ψυχρός βρασμός, ψυχρός φωτισμός, ψυχρός πόλεμος, ψυχρός συνώνυμο, ψυχρός πόλεμο, ψυχρός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ψυχρός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ψυχοσύνθεση στα πορτογαλικά - espírito, psique, psiquismo, psyche, a psique, psiquê
- ψυχρά στα πορτογαλικά - friamente, fria, com frieza, frieza, frio
- ψυχρότητα στα πορτογαλικά - frieza, frio, frialdade, coldness, a frieza
- ψωμάκι στα πορτογαλικά - volver, papel, rolo, enrolar, pãozinho, rolo de, do rolo, ...
Τυχαίες λέξεις
Ψυχρός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: reformar, frio, remoto, relançar, distante, friorento, esfriar, chilly, fria
Μεταφράσεις: reformar, frio, remoto, relançar, distante, friorento, esfriar, chilly, fria