Έδρανο στα ρουμανικά
Μετάφραση: έδρανο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
înfăţişare, banc, taburet, rulment, lagăr, lagărului, care poartă, rulmentului
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έδρανο
έδρανο καρέκλες, ωστικό έδρανο, έδρανο έπιπλα, ακτινικό έδρανο, έδρανο κύλισης, έδρανο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, έδρανο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- έδαφος στα ρουμανικά - cartier, ateriza, ţară, naţiune, pământ, teritoriu, sol, ...
- έδρα στα ρουμανικά - scaun, banc, scaunului, loc, scaunul, resedinta
- έθιμα στα ρουμανικά - moravuri, vamă, vamal, vamale, vamală, în vamă
- έθιμο στα ρουμανικά - obicei, personalizat, personalizate, personalizată, particularizate
Τυχαίες λέξεις
Έδρανο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: înfăţişare, banc, taburet, rulment, lagăr, lagărului, care poartă, rulmentului
Μεταφράσεις: înfăţişare, banc, taburet, rulment, lagăr, lagărului, care poartă, rulmentului