Βεβαιώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: βεβαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
asigura, certifica, certific, certifice, certifică, să certifice
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βεβαιώνω
βεβαιώνω αγγλικά, βεβαιώνω στα αγγλικα, βεβαιώνω αντίθετα, βεβαιώνω ότι, βεβαιώνω συνώνυμα, βεβαιώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βεβαιώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- βεβαιότητα στα ρουμανικά - certitudine, securității, certitudinea, securitatea, securitate
- βεβαιώνομαι στα ρουμανικά - am, I, eu, să
- βεβηλώνω στα ρουμανικά - spurca, spurcă, spurcați, pângări, defileu
- βεζίρης στα ρουμανικά - vizir, vizirul, vizirului, chiar vizir
Τυχαίες λέξεις
Βεβαιώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: asigura, certifica, certific, certifice, certifică, să certifice
Μεταφράσεις: asigura, certifica, certific, certifice, certifică, să certifice