Βεβαιώνω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: βεβαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
потврдувам, потврди, потврдат, да потврдат, потврдува
Βεβαιώνω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βεβαιώνω

βεβαιώνω αγγλικά, βεβαιώνω στα αγγλικα, βεβαιώνω αντίθετα, βεβαιώνω ότι, βεβαιώνω συνώνυμα, βεβαιώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βεβαιώνω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • βεβαιότητα στα σλαβομακεδονικά - сигурност, извесноста, извесност, сигурност да
  • βεβαιώνομαι στα σλαβομακεδονικά - јас бидете сигурни, сум сигурен дека, сум сигурен
  • βεβηλώνω στα σλαβομακεδονικά - дефиле, осквернува, оскверни, валкаат, осквернуваат
  • βεζίρης στα σλαβομακεδονικά - везир, везирот
Τυχαίες λέξεις
Βεβαιώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: потврдувам, потврди, потврдат, да потврдат, потврдува