Εθελοντικός στα ρωσικά
Μετάφραση: εθελοντικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
добровольное, добровольным, добровольной, добровольный, добровольного
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εθελοντικός
εθελοντικός τουρισμός, εθελοντικός συνώνυμα, εθελοντικός καθαρισμός ακτών, εθελοντικός επαναπατρισμός, εθελοντικός πυροσβεστικός σταθμός ευρώτα, εθελοντικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, εθελοντικός στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- εθελοντής στα ρωσικά - доброволец, дружинник, охотник, волонтер, добровольцев, общественных началах, на общественных началах
- εθελοντικά στα ρωσικά - произвольно, добровольно, добровольной, добровольном, добровольной основе
- εθιμοτυπία στα ρωσικά - этика, церемонность, церемония, обряд, этикет, этикета, Сетевой этикет, ...
- εθισμός στα ρωσικά - склонность, предрасположенность, подверженность, наркомания, зависимость, наркомании, пристрастие
Τυχαίες λέξεις
Εθελοντικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: добровольное, добровольным, добровольной, добровольный, добровольного
Μεταφράσεις: добровольное, добровольным, добровольной, добровольный, добровольного