Εθελοντικός στα γερμανικά
Μετάφραση: εθελοντικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
freiwillig, freiwillige, freiwilligen, freiwilliger
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εθελοντικός
εθελοντικός τουρισμός, εθελοντικός συνώνυμα, εθελοντικός καθαρισμός ακτών, εθελοντικός επαναπατρισμός, εθελοντικός πυροσβεστικός σταθμός ευρώτα, εθελοντικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, εθελοντικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εθελοντής στα γερμανικά - freiwillige, freiwilliger, volontär, Freiwillige, freiwilligen, Freiwilliger, ehrenamtliche
- εθελοντικά στα γερμανικά - freiwilligen, freiwillig, freiwilliger Basis, freiwillige, freiwilliger
- εθιμοτυπία στα γερμανικά - zeremonie, feierlichkeit, zeremoniell, etikett, feier, Etikette, Umgangsformen, ...
- εθισμός στα γερμανικά - sucht, abhängigkeit, hang, Sucht, Abhängigkeit
Τυχαίες λέξεις
Εθελοντικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: freiwillig, freiwillige, freiwilligen, freiwilliger
Μεταφράσεις: freiwillig, freiwillige, freiwilligen, freiwilliger