Κοιλιά στα ρωσικά
Μετάφραση: κοιλιά, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
абдомен, живот, брюхо, живота, чрево, животе
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιλιά
κοιλιά ονειροκρίτης, κοιλιά εγκυμοσύνης, κοιλιά εγκύου, κοιλιά μετά τη γέννα, κοιλιά αδυνάτισμα, κοιλιά λεξικό γλώσσας ρωσικά, κοιλιά στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- κοίλος στα ρωσικά - впадина, утробный, пустота, дуплистый, замогильный, выдалбливать, гулкий, ...
- κοιλάδα στα ρωσικά - юдоль, разжелобок, долина, Valley, долине, долины, долину
- κοιλιακός στα ρωσικά - брюшной, набрюшный, абдоминальный, животе, в животе, живота, брюшной полости
- κοιλότητα στα ρωσικά - спальня, палата, корпус, рудник, пустота, комната, приемная, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοιλιά στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: абдомен, живот, брюхо, живота, чрево, животе
Μεταφράσεις: абдомен, живот, брюхо, живота, чрево, животе