Κοιλιά στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κοιλιά, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стомакот, стомак, стомачен, утробата, папок
Κοιλιά στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοιλιά

κοιλιά ονειροκρίτης, κοιλιά εγκυμοσύνης, κοιλιά εγκύου, κοιλιά μετά τη γέννα, κοιλιά αδυνάτισμα, κοιλιά λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κοιλιά στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κοίλος στα σλαβομακεδονικά - шупливи, шупливо, шуплива, шуплив, празни
  • κοιλάδα στα σλαβομακεδονικά - долината, долина, котлина, Valley, Прешевската
  • κοιλιακός στα σλαβομακεδονικά - абдоминална, стомачни, стомачните, абдоминалната, стомачна
  • κοιλότητα στα σλαβομακεδονικά - јамата, празнина, шуплина, шуплината, празнината
Τυχαίες λέξεις
Κοιλιά στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: стомакот, стомак, стомачен, утробата, папок