Κοιλιά στα τούρκικα
Μετάφραση: κοιλιά, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karın, göbek, oryantal, belly, Göbeğimi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιλιά
κοιλιά ονειροκρίτης, κοιλιά εγκυμοσύνης, κοιλιά εγκύου, κοιλιά μετά τη γέννα, κοιλιά αδυνάτισμα, κοιλιά λεξικό γλώσσας τούρκικα, κοιλιά στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κοίλος στα τούρκικα - boş, oyuk, içi boş, içi boş bir, delikli
- κοιλάδα στα τούρκικα - koyak, vadi, dere, valley, vadisi, vadinin, vadisinde
- κοιλιακός στα τούρκικα - karın, abdominal, batın, karında
- κοιλότητα στα τούρκικα - boşluk, kavite, boşluğu, oyuk, kavitesi
Τυχαίες λέξεις
Κοιλιά στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: karın, göbek, oryantal, belly, Göbeğimi
Μεταφράσεις: karın, göbek, oryantal, belly, Göbeğimi