Πολιορκία στα ρωσικά
Μετάφραση: πολιορκία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
блокада, осада, осады, осаду, осаде
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολιορκία
πολιορκία της σεβαστούπολης, πολιορκία κωνσταντινούπολης, πολιορκία της κωνσταντινούπολης, πολιορκία τριπολιτσάς, πολιορκία της κωνσταντινούπολης υπό των αράβων βιβλιο, πολιορκία λεξικό γλώσσας ρωσικά, πολιορκία στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- πολεμιστής στα ρωσικά - вояка, воин, ратник, богатырь, воитель, боец, воином, ...
- πολικός στα ρωσικά - полярный, заполярный, полюсный, полярная, полярной, полярных, полярного
- πολιορκώ στα ρωσικά - окружить, обложить, осаждать, окружать
- πολιτική στα ρωσικά - курс, политика, хитрость, политичность, благоразумие, ловкость, полис, ...
Τυχαίες λέξεις
Πολιορκία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: блокада, осада, осады, осаду, осаде
Μεταφράσεις: блокада, осада, осады, осаду, осаде