Διπλανός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: διπλανός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
од соседството, соседната, следната врата, соседството, во соседството
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλανός
διπλανός συνώνυμα, διπλανός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διπλανός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- διορισμός στα σλαβομακεδονικά - именување, назначување, назначувањето, состанок, именувањето
- διοχετεύω στα σλαβομακεδονικά - исцеди, се исцеди, потрошувачка, одвод, мозоци
- διπλαρώνω στα σλαβομακεδονικά - преклопување, преклопуваат, поклопуваат, преклоп, се преклопуваат
- διπλασιάζω στα σλαβομακεδονικά - geminate
Τυχαίες λέξεις
Διπλανός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: од соседството, соседната, следната врата, соседството, во соседството
Μεταφράσεις: од соседството, соседната, следната врата, соседството, во соседството