Θρηνώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: θρηνώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тагуваат, оплакуваат, тагува, тагуваме, жали
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρηνώ
θρηνώ και οδύρομαι όταν εννοήσω τον θάνατον, θρηνώ και οδύρομαι, θρηνώ συνώνυμα, θρηνώ στα αγγλικά, θρηνώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, θρηνώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- θραύσμα στα σλαβομακεδονικά - фрагмент, фрагментот, фрагмент од, фрагмент на, фрагмент во
- θρεπτικός στα σλαβομακεδονικά - хранливи, хранлив, хранлива, хранливите, здрава
- θρησκεία στα σλαβομακεδονικά - верата, религија, религијата, вероисповед, вера
- θρησκευτικός στα σλαβομακεδονικά - верски, религиозни, религиозните, верска, верските
Τυχαίες λέξεις
Θρηνώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: тагуваат, оплакуваат, тагува, тагуваме, жали
Μεταφράσεις: тагуваат, оплакуваат, тагува, тагуваме, жали