Θρηνώ στα σουηδικά
Μετάφραση: θρηνώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sörja, bedröva, klagan, sörjer, hålla dödsklagan, att sörja, jämra
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρηνώ
θρηνώ και οδύρομαι όταν εννοήσω τον θάνατον, θρηνώ και οδύρομαι, θρηνώ συνώνυμα, θρηνώ στα αγγλικά, θρηνώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, θρηνώ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- θραύσμα στα σουηδικά - skärva, bit, spillra, flisa, fragment, fragmentet
- θρεπτικός στα σουηδικά - hälsosam, näringsrik, näringsrika, nutritious, närings, näringsriktig
- θρησκεία στα σουηδικά - religion, religionen, religions, religionsfrihet, religionens
- θρησκευτικός στα σουηδικά - religiös, religiösa, annat, religiöst, religions
Τυχαίες λέξεις
Θρηνώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sörja, bedröva, klagan, sörjer, hålla dödsklagan, att sörja, jämra
Μεταφράσεις: sörja, bedröva, klagan, sörjer, hålla dödsklagan, att sörja, jämra