Καθυστερώ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: καθυστερώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одложување, задоцнување, доцнење, одлагање, доцнењето
Καθυστερώ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθυστερώ

καθυστερώ στα αγγλικα, καθυστερώ μεταφραση, καθυστερώ συνώνυμα, καθυστερώ english, καθυστερώ αγγλικα, καθυστερώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καθυστερώ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • καθυστερημένος στα σλαβομακεδονικά - ретардирани, ретардиран, ретардирано, заостанат, ретардираните
  • καθυστερούμενα στα σλαβομακεδονικά - долгови, заостанатите долгови, заостанати долгови, доцнење, заостанати
  • καθωσπρέπει στα σλαβομακεδονικά - благороднички, елитниот, Екслузивно, луксузен, луксузните
  • καθόλου στα σλαβομακεδονικά - воопшто не, воопшто, воопшто не се, воопшто не е, не е воопшто
Τυχαίες λέξεις
Καθυστερώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: одложување, задоцнување, доцнење, одлагање, доцнењето