Καλώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: καλώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
повик, на повик, повикот, повици, телефонски
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλώ
καλώ παραγωγα, καλώ ταξίδι, καλώ ετυμολογία, καλό πάσχα, καλώ πνεύματα, καλώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καλώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- καλύβα στα σλαβομακεδονικά - колибата, колиба, барака, куќарка
- καλύπτω στα σλαβομακεδονικά - капак, покритие, покрие, корица, покривка
- καλώδιο στα σλαβομακεδονικά - кабелот, кабел, кабелски, кабловска, кабел за
- καμάκι στα σλαβομακεδονικά - харпун
Τυχαίες λέξεις
Καλώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: повик, на повик, повикот, повици, телефонски
Μεταφράσεις: повик, на повик, повикот, повици, телефонски