Κοντάρι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κοντάρι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пол, скок, скок со, столб
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοντάρι
κοντάρι αλουμινίου, κοντάρι ομπρέλας κρουστικό 29mm, κοντάρι κεραίας, κοντάρι πτυσσόμενο, κοντάρι ομπρέλας, κοντάρι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κοντάρι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κονσέρβα στα σλαβομακεδονικά - калајот, калај, лимени, конзерва, лим, метални
- κοντά στα σλαβομακεδονικά - во близина, затвори, блиску, блиски, близок
- κονταίνω στα σλαβομακεδονικά - скрати, го скрати, скратување, се скрати, скратат
- κοντινός στα σλαβομακεδονικά - во близина, затвори, блиску, блиски, близок
Τυχαίες λέξεις
Κοντάρι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: пол, скок, скок со, столб
Μεταφράσεις: пол, скок, скок со, столб