Κόπος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κόπος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
труд, трудот, работна сила, на трудот, работната
Κόπος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόπος

κόλπος συνωνυμα, κόπος αγγλικα, κόπος μετάφραση στα αγγλικά, άδικος κόπος, κόλπος στα αγγλικα, κόπος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κόπος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κόμπος στα σλαβομακεδονικά - јазол, јазолот, чвор, куп
  • κόπανος στα σλαβομακεδονικά - непредвидлива, кретен, Интуитивниот, идиот, нагло движење
  • κόπρανα στα σλαβομακεδονικά - столче, столица, столицата, изметот, измет
  • κόπωση στα σλαβομακεδονικά - досада, истоштеност, заморот, замореноста, измореноста
Τυχαίες λέξεις
Κόπος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: труд, трудот, работна сила, на трудот, работната