Περήφανος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: περήφανος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
горд, горди, горда, гордее, гордееме
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περήφανος
περήφανος απόστολος, περήφανος γαμπρός... ξυλοκόπησε τη νύφη, περήφανος έλληνας, περήφανος αγγλικα, περήφανος στα αγγλικά, περήφανος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, περήφανος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πεπρωμένο στα σλαβομακεδονικά - судбината, судбина, судбината на
- πεπτικός στα σλαβομακεδονικά - дигестивен, дигестивни, дигестивниот
- περί στα σλαβομακεδονικά - за, околу, во врска со, за тоа, во врска
- περίβλεπτος στα σλαβομακεδονικά - видлив, воочлив, видливо, видливи, забележливо
Τυχαίες λέξεις
Περήφανος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: горд, горди, горда, гордее, гордееме
Μεταφράσεις: горд, горди, горда, гордее, гордееме