Περήφανος στα ισλανδικά

Μετάφραση: περήφανος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stoltur, hrey, hróðugur, metnaðarfullur, stolt, stolt af, stoltir, stolt af því
Περήφανος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περήφανος

περήφανος απόστολος, περήφανος γαμπρός... ξυλοκόπησε τη νύφη, περήφανος έλληνας, περήφανος αγγλικα, περήφανος στα αγγλικά, περήφανος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, περήφανος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πεπρωμένο στα ισλανδικά - afdrif, örlög, Destiny, örlögin, hlutskipti, örlögum
  • πεπτικός στα ισλανδικά - meltingarörvandi, meltingar, Meltingarvegi, meltingaröryggi
  • περί στα ισλανδικά - umhverfis, um, óður, About, óður í, um að
  • περίβλεπτος στα ισλανδικά - áberandi, of áberandi, áberandi en, áberandi
Τυχαίες λέξεις
Περήφανος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stoltur, hrey, hróðugur, metnaðarfullur, stolt, stolt af, stoltir, stolt af því