Σκλαβιά στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σκλαβιά, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ропство, ропството, робување, на ропството
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκλαβιά
σκλαβιά συνώνυμα, σκλαβιά γνωμικα, σκλαβιά χίου, τουρκική σκλαβιά, σύγχρονη σκλαβιά, σκλαβιά λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σκλαβιά στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σκλάβος στα σλαβομακεδονικά - роб, робинка, робови, заведување, роб на
- σκλήθρα στα σλαβομακεδονικά - отцепена, иверица, превиткуваат, шрапнел, фракција
- σκλαβώνω στα σλαβομακεδονικά - заробува, поробува, ги поробува
- σκληραίνω στα σλαβομακεδονικά - зацврстуваат
Τυχαίες λέξεις
Σκλαβιά στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ропство, ропството, робување, на ропството
Μεταφράσεις: ропство, ропството, робување, на ропството